pl flag go to the original language article
This article has been translated by Artificial Intelligence (AI). The news agency is not responsible for the content of the translated article. The original was published by PAP.

Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και της παραδοσιακά φιλικής προς αυτήν Ελλάδας κατέρρευσαν, όμως φιλορωσικές στάσεις εξακολουθούν να υπάρχουν μεταξύ της ελληνικής άκρας δεξιάς και αριστερών – δήλωσε στο PAP η ελληνίδα εμπειρογνώμονας καθηγήτρια Παναγιώτα Μανώλη.

Από το τέλος του ψυχρού πολέμου, η Αθήνα προσπαθούσε να ισορροπήσει μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΝΑΤΟ και της “εξαιρετικής συνεργασίας” με τη Ρωσία. Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022, η Ελλάδα προσαρμόστηκε στην απάντηση των συμμάχων της ΕΕ και της Συμμαχίας. Οι ελληνορωσικές σχέσεις, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών, κατέρρευσαν, και η Ρωσία περιέλαβε την Ελλάδα στην ομάδα των αποκαλούμενων μη φιλικών κρατών – υπενθύμισε η Μανώλη από το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και η εμπειρογνώμονας του think tank ELIAMEP.

Το 2022 έγινε όμως ορόσημο όσον αφορά τις φιλορωσικές στάσεις στην παραδοσιακά φιλική προς τη Ρωσία Ελλάδα – εκτίμησε η Μανώλη.

Η Μανώλη επισήμανε ότι η ένταση στις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών είχε αυξηθεί ήδη νωρίτερα, το 2018, όταν η Ελλάδα απέλασε δύο Ρώσους διπλωμάτες, κατηγορώντας τους για ενέργειες κατά της εθνικής ασφάλειας.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων καταδικάζει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και υποστηρίζει τη βοήθεια προς το Κίεβο, αλλά σε ορισμένα θέματα οι Έλληνες διαφέρουν από τις κοινωνίες άλλων χωρών της ΕΕ.

Λίγο μετά την εισβολή, μια έρευνα του Politico έδειξε ότι το 60% των Ελλήνων θεωρούσε την ρωσική επιθετικότητα ως απαράδεκτη. Οι Έλληνες ανήκουν επίσης στις κοινωνίες που υποστηρίζουν λιγότερο τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας: σε έρευνα της Eurobarometer από το Μάιο του 2022, μόνο το 53% των Ελλήνων υποστήριξε αυτούς τους περιορισμούς (ο μέσος όρος της ΕΕ ήταν 80%). Μετά από δύο χρόνια πολέμου, το ποσοστό υποστήριξης των κυρώσεων έπεσε στην Ελλάδα στο 38% (στο 58% στην ΕΕ).

Η εμπειρογνώμονας επισήμανε επίσης ότι η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει σχεδόν με την ίδια καχυποψία τη Ρωσία και τις ΗΠΑ, ενώ παράλληλα μετά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία αυξήθηκαν οι φιλοευρωπαϊκές διαθέσεις μεταξύ των Ελλήνων.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι φιλορωσικές στάσεις είναι ακόμα παρούσες στη χώρα. Σύμφωνα με τη Μανώλη, ακόμη και μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, η Ελλάδα ήταν “η πιο φιλορωσική χώρα στην Ευρώπη”.

Όπως εξήγησε, οι φιλορωσικές στάσεις εντοπίζονται κυρίως μεταξύ των υποστηρικτών της άκρας δεξιάς, οι οποίοι αναφέρονται στην κοινή ορθόδοξη πίστη και τις πολιτιστικές συνδέσεις των δύο χωρών. Μεταξύ των αριστερών, η φιλορωσικότητα προέρχεται από τη νοσταλγία για τη Σοβιετική Ένωση.

Ωστόσο, η ελληνική άκρα δεξιά δίνει μεγαλύτερη έμφαση στα οικονομικά οφέλη από τη στενότερη συνεργασία με τη Ρωσία. “Τα οικονομικά επιχειρήματα αγγίζουν την κοινωνία, η οποία έχει βιώσει μια 10ετή, σκληρή χρηματοοικονομική κρίση” – τόνισε η Μανώλη.

Η Αθήνα υποστηρίζει το Κίεβο διπλωματικά, ανθρωπιστικά και στρατιωτικά. Οι χώρες έχουν συνάψει συμφωνία συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας.

Η Μανώλη επισήμανε όμως ότι η ελληνική κοινή γνώμη ολοένα και λιγότερο επιθυμεί να παρέχει στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία. Σύμφωνα με έρευνα της Eurobarometer από το Μάρτιο του 2024, το 61% των πολιτών της ΕΕ υποστηρίζει τη συνέχιση και την ενίσχυση της στήριξης προς το Κίεβο, ενώ στην Ελλάδα το ποσοστό ανέρχεται στο 46%, το τέταρτο χαμηλότερο αποτέλεσμα από το τέλος.

Η εμπειρογνώμονας τόνισε επίσης ότι η Ρωσία προσπαθεί ανεπιτυχώς να εκμεταλλευτεί την Εκκλησία στην Ελλάδα. Η Μόσχα επικεντρώνεται κυρίως στη βόρεια Ελλάδα και τα μοναστήρια στο Άγιο Όρος, προσπαθώντας να επεκτείνει εκεί την επιρροή της, χρηματοδοτώντας μερικά μοναστήρια. Όπως πρόσθεσε, στις σχέσεις μεταξύ της Εκκλησίας στην Ελλάδα και του ρωσικού Πατριαρχείου υπήρχαν από παλιά εντάσεις.

Το PAP ρώτησε επίσης την εμπειρογνώμονα για την τύχη της ελληνικής μειονότητας στην Ουκρανία. Πριν ξεκινήσει η εισβολή, ο αριθμός των ατόμων ελληνικής καταγωγής στην περιοχή της πόλης Μαριούπολης εκτιμήθηκε σε 100 χιλιάδες. Στις παρούσες συνθήκες, δεν είναι δυνατόν να εκτιμηθεί ποια μέρος αυτής της ομάδας βρίσκεται υπό ρωσική κατοχή ή εκτός των συνόρων της Ουκρανίας.

Μέχρι το τέλος του 2023, η Ελλάδα είχε υποδεχθεί πάνω από 23 χιλιάδες Ουκρανούς πρόσφυγες, αλλά αυτός ο αριθμός δεν περιλαμβάνει μόνο τους Ουκρανούς Έλληνες. Αναφερόμενη στα συμφέροντα της ελληνικής κοινότητας στη Μαριούπολη, η κυβέρνηση στην Αθήνα θέλει να ιδρύσει ένα διεθνές δικαστήριο που θα εξετάσει την επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας. (28.12.2024)