Βρυξέλλες (ANSA) – Η ΕΕ προετοιμάζεται για τη δραστηριοποίηση των δημόσιων εξόδων στην άμυνα. Η κατάργηση των επενδύσεων στον τομέα από εκείνες που επιτρέπονται με τους περιορισμούς του Συμφώνου σταθερότητας θα πραγματοποιηθεί με την ενεργοποίηση από κοινού ‘εθνικών προστατευτικών ρητρών’. Δεν θα είναι δηλαδή μια προστασία για όλους με αναστολή της εφαρμογής του Συμφώνου, όπως κατά την περίοδο του Covid.
Και συγκεκριμένα, σε κάθε κράτος δεν θα πρέπει να “διακινδυνεύσει τη βιωσιμότητα του προϋπολογισμού μεσοπρόθεσμα”, προβλέπουν οι κανόνες της ΕΕ. Αυτό θα γίνει “με ελεγχόμενο και υπό αίρεση τρόπο”, είχε επισημάνει η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, ανακοινώνοντας πώς θέλει να χρησιμοποιήσει την οικονομική διακυβέρνηση προς υποστήριξη των εξόδων στην άμυνα.
Μια πρώτη συζήτηση μεταξύ των κρατών για αυτό το θέμα αναμένεται στις συναντήσεις στις Βρυξέλλες των υπουργών Οικονομικών στο Eurogroup και το Συμβούλιο της ΕΕ Ecofin. Το θέμα δεν είναι στην ατζέντα, αλλά κανείς δεν αμφιβάλλει ότι θα είναι στο κέντρο των διαπραγματεύσεων μεταξύ των υπουργών. Στις “λιτές” χώρες, οι Βαλτικές και οι Σκανδιναβικές πιέζουν τελευταία για περισσότερες επενδύσεις στην ασφάλεια, και ακούγεται ότι μερικοί προτιμούν ούτως ή άλλως εθνικές επενδύσεις με εξαιρέσεις από το Σύμφωνο, σε αντίθεση με υποθετικά κοινά ταμεία της ΕΕ.
Ο Γερμανός καγκελάριος Olaf Scholz εν τω μεταξύ, εξέφρασε ήδη την υποστήριξή του υπέρ της υπόθεσης χαλάρωσης του Συμφώνου αρκεί να είναι “περιορισμένη χρονικά και με σεβασμό στην οικονομική σταθερότητα όλων των κρατών-μελών”, εκτός από την υποστήριξή του για μια μεταρρύθμιση του γερμανικού φρένου χρέους για την ενίσχυση των δαπανών στην άμυνα.
Στους δημοσιονομικούς κανόνες παρενέβη επίσης ο πρώην πρόεδρος της ΕΚΤ και Ιταλός πρωθυπουργός Mario Draghi σε ένα άρθρο στους Financial Times, στο οποίο επισημαίνει ότι περισσότερο από το να φοβούνται τους δασμούς των ΗΠΑ, η ΕΕ πρέπει να κοιτάξουμε εκείνους που έχουν επιβληθεί στον ίδιο τον εαυτό της στο εσωτερικό του. “Η Ευρώπη έχει επικεντρωθεί σε μοναδικούς ή εθνικούς στόχους χωρίς να υπολογίζει το συλλογικό κόστος τους”, έγραψε, καλώντας σε μια “πιο προληπτική χρήση της δημοσιονομικής πολιτικής” (15 Ιανουαρίου).