Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε πρόστιμο 337,5 εκατομμυρίων ευρώ στη Mondelēz International, Inc. (Mondelēz) για παρεμπόδιση του διασυνοριακού εμπορίου σοκολάτας, μπισκότων και προϊόντων καφέ μεταξύ κρατών μελών, κατά παράβαση των κανόνων ανταγωνισμού της ΕΕ, αναφέρει ανακοίνωση της Κομισιόν. Η Επιτροπή τονίζει ότι παραμένει προσηλωμένη στην άρση των αδικαιολόγητων φραγμών για να διασφαλίσει την καλύτερη λειτουργία της ενιαίας αγοράς. Οι εδαφικοί περιορισμοί εφοδιασμού από τους προμηθευτές αποτελούν ένα είδος μη ρυθμιστικών φραγμών για την εύρυθμη λειτουργία της ενιαίας αγοράς.
Η παράβαση
Η Mondelēz, με έδρα τις ΗΠΑ, είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς προϊόντων σοκολάτας και μπισκότων στον κόσμο. Το χαρτοφυλάκιό της περιλαμβάνει γνωστές μάρκες σοκολάτας και μπισκότων όπως Côte d’Or, Milka, Oreo, Ritz, Toblerone και TUC και μέχρι το 2015 μάρκες καφέ όπως HAG, Jacobs και Velours Noir.
Η έρευνα της Επιτροπής διαπίστωσε ότι η Mondelēz παραβίασε τους κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ: (i) με τη σύναψη αντιανταγωνιστικών συμφωνιών ή εναρμονισμένων πρακτικών που αποσκοπούν στον περιορισμό του διασυνοριακού εμπορίου διαφόρων προϊόντων σοκολάτας, μπισκότων και καφέ· και (ii) με κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της σε ορισμένες εθνικές αγορές για την πώληση ταμπλετών σοκολάτας.
Ειδικότερα, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Mondelēz συμμετείχε σε είκοσι δύο αντιανταγωνιστικές συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές, κατά παράβαση του άρθρου 101 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης («ΣΛΕΕ»), με:
– Περιορισμό των περιοχών ή των πελατών στους οποίους επτά πελάτες χονδρικής (έμποροι/«μεσίτες») θα μπορούσαν να μεταπωλήσουν τα προϊόντα της Mondelēz. Μια συμφωνία περιελάμβανε επίσης μια διάταξη που έδινε εντολή στον πελάτη της Mondelēz να εφαρμόζει υψηλότερες τιμές για τις εξαγωγές σε σύγκριση με τις εγχώριες πωλήσεις. Αυτές οι συμφωνίες και οι εναρμονισμένες πρακτικές πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 2012 και 2019 και κάλυψαν όλες τις αγορές της ΕΕ.
– Αποτροπή δέκα αποκλειστικών διανομέων που δραστηριοποιούνται σε ορισμένα κράτη μέλη από το να απαντούν σε αιτήματα πώλησης από πελάτες που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη χωρίς προηγούμενη άδεια από τη Mondelēz. Αυτές οι συμφωνίες και πρακτικές πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 2006 και 2020 και κάλυψαν όλες τις αγορές της ΕΕ.
Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι, μεταξύ 2015 και 2019, η Mondelēz έκανε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της, κατά παράβαση του άρθρου 102 της ΣΛΕΕ, με:
– ‘Αρνηση παροχής μεσολαβητή στη Γερμανία για να αποτρέψει τη μεταπώληση προϊόντων ταμπλέτας σοκολάτας στην Αυστρία, στο Βέλγιο, στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία όπου οι τιμές ήταν υψηλότερες.
– Διακοπή της προμήθειας προϊόντων ταμπλέτας σοκολάτας στην Ολλανδία για να αποτραπεί η εισαγωγή τους στο Βέλγιο, όπου η Mondelēz πουλούσε αυτά τα προϊόντα σε υψηλότερες τιμές.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι παράνομες πρακτικές της Mondelēz εμπόδισαν τους λιανοπωλητές να μπορούν να προμηθεύονται ελεύθερα προϊόντα σε κράτη μέλη με χαμηλότερες τιμές και «τεμάχισε» τεχνητά την εσωτερική αγορά. Στόχος της Mondelēz, όπως σημειώνει η Κομισιόν, ήταν να αποφευχθεί ότι το διασυνοριακό εμπόριο θα οδηγούσε σε μειώσεις των τιμών σε χώρες με υψηλότερες τιμές. Τέτοιες παράνομες πρακτικές επέτρεψαν στη Mondelēz να συνεχίσει να χρεώνει περισσότερα για τα δικά της προϊόντα, εις βάρος των καταναλωτών στην ΕΕ.
Τη συντακτική ευθύνη για τη δημοσίευση έχει το AMNA.